Ο ύπνος στη διάρκεια του κατ’οίκον περιορισμού κατά την πανδημία του COVID-19
Αθανασία Τρακαδά 1 , Παντελής Θ. Νικολαΐδης 2, Marilia dos Santos Andrade 3 , Paulo José Puccinelli 3 , Νικόλας-Τιβέριος Οικονόμου 1 , Πασχάλης Στειρόπουλος 4 , Beat Knechtle 5 and Γεωργία Τρακαδά 1
1 Πνευμονολογικό Τμήμα, Θεραπευτική Κλινική, Ιατρική Σχολή Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Αλεξάνδρα, Αθήνα, Ελλάδα
2 Σχολή Επιστημών Υγείας και Πρόνοιας, ΠΑΔΑ, Αθήνα, Ελλάδα
3 Department of Physiology, Federal University of Sao Paulo, Sao Paulo, Brazil
4 Πνευμονολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης, Αλεξανδρούπολη, Ελλάδα
5 Institute of Primary Care, University of Zurich, Zurich, Switzerland
Sleep During “Lockdown” in the COVID-19 Pandemic
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό: Int J Environ Res Public Health. 2020 Dec 5;17(23):9094.
doi: 10.3390/ijerph17239094.
Ο σκοπός της έρευνας ήταν να καθορίσει αν τα μέτρα του κατ’οίκον περιορισμού – που εφαρμόστηκε εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού (COVID-19) – επηρέασαν τον ύπνο του γενικού πληθυσμού και των επαγγελματιών Υγείας σε έξι διαφορετικές χώρες (Ελλάδα, Ελβετία, Αυστρία, Γερμανία, Γαλλία και Βραζιλία). Χρησιμοποιήθηκε ένα σύντομο ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο (13 ερωτήσεις) που χορηγήθηκε σε τέσσερις γλώσσες (Ελληνικά, Γερμανικά, Πορτογαλικά και Γαλλικά). Το ερωτηματολόγιο περιλάμβανε ερωτήσεις σχετικές με χαρακτηριστικά δημογραφικά, επαγγελματικά, ποιοτικά και ποσοτικά του ύπνου, συμμόρφωσης στα μέτρα του κατ’οίκον περιορισμού, και σχετικά με την ύπαρξη κρούσματος του COVID-19. Αρχικά, συμμετείχαν 2093 άτομα. Ο αποκλεισμός εκείνων που δεν ανέφεραν διάρκεια ύπνου οδήγησε σε ένα τελικό δείγμα που περιλάμβανε 1908 άτομα (Ελληνικό, ν = 1271 – Γερμανικό, ν = 257 – Γαλλικό, ν = 48 – Πορτογαλικό, ν = 332), ηλικίας 42,6±12,7 έτη (μέσος όρος±τυπική απόκλιση) και αναλύθηκε περαιτέρω. Η διάρκεια του ύπνου στον κατ’οίκον περιορισμό ήταν μεγαλύτερη από ότι σε φυσιολογικές συνθήκες (+0,25 h; 95% διαστήματα εμπιστοσύνης, CI, 0,17, 0,32, p < 0,001). Η διάρκεια του ύπνου αυξήθηκε στην Ελλάδα (0.45±1.75 h; 95% CI 0.35,0.54;p<0.001) και στις γερμανόφωνες χώρες (0,10±0,73 h (95% CI 0,01, 0,19; p=0,029), δεν άλλαξε στη Γαλλία (-0,05±0,99 h; 95% CI -0,34, 0,24; p=0,719), ενώ μειώθηκε στη Βραζιλία (-0,36±1,60 h; 95% CI -0,53, -0,19; p<0,001). Μια αλληλεπίδραση μεταξύ κατ’οίκον περιορισμού και επαγγέλματος στη διάρκεια του ύπνου παρατηρήθηκε (p < 0,001, η2 = 0,012). Συγκεκριμένα, σε σχέση με τις φυσιολογικές συνθήκες, στον κατ’οίκον περιορισμό η διάρκεια του ύπνου παρέμεινε σταθερή στους επαγγελματίες Υγείας (−0,18 h, 95% CI −0,36, 0,01; p = 0,063), ενώ αυξήθηκε στα άλλα επαγγέλματα (+0,31 h, 95% CI, 0,24, 0,39, p < 0,001). Σε σχέση με την ποιότητα του ύπνου στον κατ’οίκον περιορισμό, 15% των συμμετεχόντων χαρακτήρισαν τον ύπνο τους κακό και 37,9% μέτριο. Ο ύπνος στον κατ’οίκον περιορισμό χαρακτηρίστηκε ως καλός στο 47,1% του συνολικού δείγματος, αλλά μόνο 38% στους επαγγελματίες Υγείας. Συμπερασματικά, η πανδημία του κορονοϊού επηρέασε τον ύπνο διαφορετικά ανάλογα την ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο, το επάγγελμα και τη χώρα διαμονής.
Αξίζει να επισημανθεί ότι σε σχέση με πρώτο κύμα της πανδημίας του κορονοϊού που αποτυπώθηκε στην παραπάνω έρευνα, το δεύτερο κύμα παρουσίασε διαφορές όπως έδειξε ένα μικρό Ελληνικό δείγμα (ν=115) που εξετάσαμε. Συγκεκριμένα σε σχέση με το πρώτο κύμα, στο δεύτερο κύμα παρατηρήσαμε (α) μικρότερο ποσοστό συμμόρφωσης στα μέτρα του κατ’οίκον περιορισμού (95% και 85,2%, αντίστοιχα), (β) μείωση της διάρκειας του ύπνου (+0.37±1.62 h και -0.35±1.01 h, αντίστοιχα), (γ) μείωση του ποσοστού που ανέφερε βελτίωση της ποιότητας του ύπνου (20,7% και 8,6%, αντίστοιχα), και (δ) αύξηση της επαφής με άτομα που είχαν νοσήσει (1,3% και 4,3%, αντίστοιχα).